Οι φωτογραφίες, είναι όλες από τις πρώτες ώρες της εκδρομής, τότε που είμασταν ξεκούραστοι και αισιόδοξοι..
Πήραμε το τελεφερίκ. Πoιός ξέρει πόσο ακόμη θα λειτουργεί ρολόι όπως τώρα. Ώρα 8:30 περπατάμε.
Λιακάδα, αέρας, κρύο. Πέφτουμε στην περιφερική άσφαλτο της Πάρνηθας, Βιλιάνι, ομάδα ελαφιών κοντά μας. Σιωπούμε να μην τα διώξουμε. Κατεβαίνουμε το μονοπάτι που περνά το ρέμα Καμπέρα. Ανάβαση από την άλλη πλευρά στο Πλατύ Βουνό.
Όλα καμμένα, πριν δεκαετία πιά, και έρημα βραχώδη. Τώρα τον χειμώνα κάπου με πειράζει λιγότερο. Η γύμνια και ερημιά τον χειμώνα είναι φυσική, έτσι είναι. Σύντομα στην επίπεδη κορυφή.
Πολύ φως. Αραιά έλατα. Βλέπουμε θάλασσες! Το στενό της Σαλαμίνας από την μιά, από την άλλη ο νότιος Ευβοϊκός και η Χαλκίδα. Μπροστά μας, κάτω το οροπέδιο με τα Δερβενοχώρια. Πέρα η Πάστρα, ο Κιθαιρώνας , τα Γεράνεια. Φωτογραφίες.
Κατεβαίνουμε ελεύθερα προς την πηγή Γκούρα. Βρίσκω μονοπάτι που μας κατεβάζει, όπως θέλουμε, αλλά μας παίρνει ανατολικότερα. Μονοπάτι νάναι και ότι νάναι..
Τρύπες με νερό καμωμένες μάλλον από τα ελάφια, αγριοτριανταφυλλιές με επίμονα αγκάθια. Ο Γιάννης και ‘γω γρατζουνάμε τα χέρια στ’αγκάθια. Τέλος η Όλγα φτάνει στον χωματόδρομο που βλέπαμε κάτω. Ωραία! Λίγη ισιάδα δεν βλάφτει. Σύντομα κατηφορίζουμε ως την μεγαλύτερη πηγή του βουνού, την Γκούρα σε υψόμετρο 827μ. Η πιό άφθονη πηγή της Πάρνηθας, υδροδοτεί την Χασιά για μεγάλο μέρος του χρόνου. Η ονομασία προέρχεται από το αλβανικό gurre που σημαίνει πηγή με πολύ νερό που βγαίνει από βράχο (<<Μεγάλο οδοιπορικό στην Πάρνηθα>> Κουγιουμτζέλης 1998)
Πλατάνια γυμνά, τρέχουν τα νερά, λιακάδα, ησυχία. Φαί και ξεκούραση. Κατεβαίνουμε στην ρεματιά. Μαγευτικά. Πυκνό στρώμα πλατανόφυλων σκεπάζει το χώμα. Μονοπάτι όμως δεν βρίσκουμε. Ξαναανηφορίζουμε και πιάνουμε την διαδρομή του υδραγωγού με τα φρεάτια. Είναι κάπως πατημένο και αρκετά φανερό. Περνάμε έτσι όλη την ρεματιά από ψηλά.
Λιβάδι και μετά ο χωματόδρομος που πάει από Κλημέντι προς διάσελο Κυράς. Καθόμαστε στην άκρη του δρόμου ευχαριστημένοι που βγήκαμε. Πίνουμε νερό. Έχουμε αρχίσει να κοιτάμε το ρολόι. Μας κυνηγά η ώρα.
Φτάνουμε στη θέση Μεσονύχτι και μπαίνουμε στη ρεματιά/χαράδρα Μποντιά που είναι παραπόταμος του ρέματος της Γκούρας. Βραχώδες. Ο Μάικλ με ρωτά ευγενικά πότε θα έχουμε κανονικό, ομαλό μονοπάτι, όπως υποσχέθηκα. Έχει και έχουμε όλοι χωρτάσει πιά από πέτρα..
Θεαματική η ρεματιά στο βάθος της, θεαματικά και όπως ανεβαίνουμε παραπάνω, με θέα και της κυρίως χαράδρας της Γκούρας. Δύο τομές σε συμπαγή βράχινη μάζα. Τώρα πιά είναι δασωμένα.
Δύσβατος τόπος. Από μια κορυφούλα απέναντι κάποιος απλώνει τα μπράτσα και μας φωνάζει:
– Πως να έρθω εκεί που είστε;;
Διστάζω για λίγο, μετά βεβαιώνομαι ότι μ’ακούει, φωνάζω οδηγίες, τον ρωτάω αν έχει χάρτη.
Ζήτημα αν μένουν δύο ώρες φως. Κάνει κρύο το βράδυ.
Συνεχίζουμε. Η Έρη μουρμουρίζει: -Πάει το σούσι. -Πιό σούσι Έρη; – Ήμουν καλεσμένη αλλά δεν θα προλάβω.
Απέχουμε τουλάχιστον δυό ώρες από το κοντινότερο σημείο που φτάνει αυτοκίνητο. Τα αστεία μήπως βρούμε στάση λεωφορείου η τέλος πάντων να πάρουμε ταξί δίνουν και πέρνουν.
Τηλεφώνημα: -Που είσαι;
Η Πόπη απαντά: -Είμαι σε περπάτημα
– Φύγε και έλα, τρώμε.
– Αυτό προσπαθώ, να φύγω..
Φτάνουμε σε ράχη επάνω, πευκοδάσος, επιτέλους κάπως ομαλό μονοπάτι. Τελευταίες ακτίνες του ήλιου. Έχει όμως φως ακόμη. Κατηφορίζουμε στον Αη Γιώργη στο Κεραμίδι.
-Διαμαρτύρομαι! λέι η Όλγα, -Είναι μιά ώρα τώρα που κάθομαι σκούπα στο τέλος της ομάδας. Μ’αρέσει να πηγαίνω μπροστά, το ξέρεις.
Στο εκκλησάκι μικρή στάση. Βάζουμε νερό απ’την πηγή, πίνουμε. Βιαζόμαστε. Λίγο πιο κάτω ανάβουμε πια φακούς, όσοι έχουμε . Πιο κάτω αφήνουμε το μονοπάτι. Δεν κερδίζουμε τίποτε περπατώντας σε πυκνό δάσος μέσα στο σκοτάδι. Ευτυχώς υπάρχει παράλληλος δρόμος.
Αφέγγαρη αστροφεγγιά. Στο βάθος αρχίζουν να ξεπροβάλλουν τα φώτα της Αθήνας. ‘Ολοι κουρασμένοι. Αυτός ο λίγος χωματόδρομος μου φαίνεται ατελείωτος.
Η μπάρα. Φτάνουμε στην άσφαλτο. Άντε δύο στροφές και φτάνουμε στο τελεφερίκ. Η λεία άσφαλτος μου φαίνεται ζάχαρη, σαν μαξιλάρι στα πόδια μου…
Μπαίνοντας στο πάρκινγκ λέω: – Έλα κάναμε δέκα ώρες.
-Δέκα και ΜΙΣΗ ώρες Τάσο
Ωραία ήταν! Αν με πιστεύετε.
Ελάτε την επομένη φορά!
Τάσος Κ. DSA’71