Ρ. Μαϊνάρντους: “Η Realpolitik του Μερτς έναντι της Τουρκίας”

Η γερμανική πολιτική απέναντι στην Τουρκία στρέφεται επί καγκελαρίας Φρίντριχ Μερτς στην κατεύθυνση της ρεαλπολιτίκ, με σαφή πρόθεση του Βερολίνου να εντάξει την Άγκυρα πιο ενεργά και στρατιωτικά στη δική του περιφερειακή αρχιτεκτονική ασφαλείας, σημειώνει ο Δρ. Ρόναλντ Μαϊνάρντους σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Liberal και την Ευαγγελία Μπίφη.

«Αποκωδικοποιώντας» τη χθεσινή συνάντηση στο προεδρικό μέγαρο της Τουρκίας, ο κ. Μαϊνάρντους, κύριος ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ, αναλύει τόσο τις σταθερές της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής, όσο και πώς έχει διαφοροποιηθεί επί Μερτς και γιατί. Ούτε «βλέπει», ούτε θέλει, το Βερολίνο την πλήρη ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, ωστόσο -υπό το φως και του πολέμου στην Ουκρανία- ενδιαφέρεται για «καλύτερες και ουσιαστικότερες σχέσεις» με την Άγκυρα και «υποστηρίζει ενεργά ότι η Τουρκία πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας», επισημαίνει ο Ρόναλντ Μαϊνάρντους.

Η γερμανική πολιτική τάξη γνωρίζει τις ελληνικές ανησυχίες για τη συνεχιζόμενη ενίσχυση των τουρκικών εξοπλισμών, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το Βερολίνο διατίθεται να περιορίσει τη στρατιωτική του συνεργασία με την Άγκυρα, επισημαίνει ο ίδιος για να συμπληρώσει ότι η παρατηρούμενη αναθέρμανση των σχεσεων Βερολίνου-Άγκυρας δεν φαίνεται να αλλάζει το παραμικρό όσον αφορά το καλό επίπεδο των ελληνογερμανικών σχέσεων.

Όσο για το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό στη Γερμανία, ο κ. Μαϊνάρντους εξηγεί γιατί ο Φρίντριχ Μερτς έχει φθάσει σε δημοσκοπικό ναδίρ σε ένα σκηνικό συγκρούσεων εντός του κυβερνητικού συνασπισμού από το οποίο βγαίνει αποκλειστικά κερδισμένη η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD).

Ακολουθεί το κείμενο της συνέντευξης:

Κύριε Μαϊνάρντους, τι ήλθε να σηματοδοτήσει η επίσκεψη Μερτς στην Άγκυρα, δύο ημέρες μετά το «κλείδωμα» της συμφωνίας με τον Κιρ Στάρμερ για τα Eurofighter; Πώς «μεταφράζεται» η δήλωσή του περί επανεκκίνησης στρατηγικού διαλόγου με την Τουρκία και ποια η θέση του ως προς τη συμμετοχή της στην ευρωπαϊκή Άμυνα;

Ήταν μία σημαντική πολιτική επίσκεψη με υψηλό συμβολισμό. Στο Βερολίνο υπογραμμίζεται ότι -πλην της επίσκεψής του στις Ηνωμένες Πολιτείες- επρόκειτο για το πρώτο ταξίδι του καγκελάριου εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τη μέχρι τώρα σύντομη θητεία του. Για πολλούς λόγους, η Τουρκία διαδραματίζει, όπως κατέστησε σαφές ο Μερτς χωρίς να αφήσει περιθώρια αμφιβολίας, καίριο ρόλο στη γερμανική εξωτερική στρατηγική. Πρόκειται για μια σταθερά της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής. Νέο στοιχείο, ωστόσο, αποτελεί η σαφής πρόθεση του Βερολίνου να εντάξει την Τουρκία πιο ενεργά και στρατιωτικά στη δική του περιφερειακή αρχιτεκτονική ασφαλείας.

Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η σημασία της Άγκυρας για το Βερολίνο -και συνολικά για τη Δύση- έχει αυξηθεί αισθητά. Κι αυτό, παρότι η τουρκική υποστήριξη στον αγώνα κατά της επιθετικότητας του Πούτιν μόνο ως χλιαρή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Δεν προκαλεί, συνεπώς, έκπληξη ότι το Ουκρανικό ζήτημα βρέθηκε στην κορυφή της ατζέντας, μαζί με την κατάσταση στη Μέση Ανατολή, όπου οι βαθιές διαφορές ανάμεσα στην Άγκυρα και το Βερολίνο έγιναν και πάλι εμφανείς, ιδιαίτερα ως προς την αξιολόγηση του ρόλου του Ισραήλ.

Από τη σκοπιά του Βερολίνου, στάθηκε μάλλον ευνοϊκή συγκυρία το γεγονός ότι ο Βρετανός πρωθυπουργός επισκέφθηκε την Άγκυρα δύο ημέρες πριν από τον Γερμανό καγκελάριο, προκειμένου να υπογράψει με πανηγυρικό τρόπο τη συμφωνία για τα Eurofighter. Το Λονδίνο άσκησε έντονες πιέσεις προς το Βερολίνο να άρει το βέτο του στη συμφωνία-μαμούθ δισεκατομμυρίων.

Η γερμανική συναίνεση σε αυτή την «ιστορική» συμφωνία εξοπλισμών έχει τόσο εσωτερική όσο και εξωτερική διάσταση. Σήμερα, οι επιταγές της ρεαλπολιτίκ αποκτούν μεγαλύτερη βαρύτητα στη γερμανική εξωτερική πολιτική σε σχέση με την εποχή του Όλαφ Σολτς, όταν το υπουργείο Εξωτερικών βρισκόταν στα χέρια των Πρασίνων και ζητήματα δημοκρατικών αξιών κατείχαν πιο κεντρική θέση.

Πώς σχολιάζετε την αποστροφή Ερντογάν -σε συνέχεια των δηλώσεων Μερτς για την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας- ότι απέναντι στα κριτήρια της Κοπεγχάγης υπάρχουν τα κριτήρια της Άγκυρας και η Τουρκία δεν είναι οποιαδήποτε χώρα της Ευρώπης;

Για μένα είναι κάπως εντυπωσιακό και μόνο που αναφέρθηκε ο Μερτς στα κριτήρια της Κοπεγχάγης και, στο πλαίσιο αυτό, έκανε λόγο για τη λειτουργία της τουρκικής δικαιοσύνης, η οποία -όπως διατύπωσε διπλωματικά ο ίδιος- «ακόμη δεν ανταποκρίνεται σε αυτό που επιθυμούμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση». Με τον τρόπο αυτό, ο καγκελάριος έστειλε ένα σαφές, έστω και έμμεσο μήνυμα στην τουρκική πλευρά, η οποία επιμένει διαρκώς στο αίτημα της πλήρους ένταξης: ότι δεν βλέπει καμία ρεαλιστική προοπτική ένταξης της χώρας στην Ένωση.

Το Βερολίνο ενδιαφέρεται για μια στενότερη σύνδεση της Τουρκίας με την ευρωπαϊκή κοινότητα, τόσο σε οικονομικό επίπεδο όσο και -πρόσφατα- σε ζητήματα ασφάλειας. Ωστόσο, υπό τις σημερινές πολιτικές συνθήκες που επικρατούν στην Τουρκία, η γερμανική κυβέρνηση δεν θέλει να ακούσει για πλήρη ένταξη. Και σ’ αυτή την εκτίμηση επικρατεί ευρεία συναίνεση ανάμεσα στους ηγέτες των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Δεν έλειψαν οι επικρίσεις στον γερμανικό Τύπο για την προσέγγιση με την κυβέρνηση Ερντογάν που έρχεται εν μέσω της καταστολής στην Τουρκία και με τον Εκρέμ Ιμάμογλου στη φυλακή. Γιατί κινείται με τον τρόπο που κινείται ο Φρίντριχ Μερτς; Τι προτεραιοποιεί και τι αφήνει;

Σε ορισμένα τμήματα των γερμανικών μέσων ενημέρωσης και της αντιπολίτευσης, ο Μερτς δέχθηκε επικρίσεις επειδή -όπως υποστηρίχθηκε- δεν κατήγγειλε με την απαιτούμενη σαφήνεια την ολίσθηση της Τουρκίας προς τον αυταρχισμό. Κατά τη γνώμη μου, αυτή η κριτική δεν είναι δικαιολογημένη. Πρώτον, ο καγκελάριος συναντήθηκε την πρώτη κιόλας βραδιά της επίσκεψής του με εκπροσώπους της κριτικής κοινωνίας των πολιτών. Και δεύτερον, άσκησε δημόσια κριτική, ενώπιον του Τύπου, για την κατάσταση του τουρκικού Κράτους Δικαίου. Αυτό, ασφαλώς, είναι κάτι περισσότερο από το τίποτα, αλλά υπολείπεται των όσων συνηθίζουν να δηλώνουν οι πολιτικοί του SPD ή των Πρασίνων για την Τουρκία.

Η επίσκεψη του Φρίντριχ Μερτς στην Άγκυρα αποτελεί σαφή ένδειξη της στροφής της γερμανικής πολιτικής απέναντι στην Τουρκία προς την κατεύθυνση της ρεαλπολιτίκ. Σε αντίθεση με προηγούμενα χρόνια, όταν η καγκελαρία και το υπουργείο Εξωτερικών βρίσκονταν σε χέρια διαφορετικών κομμάτων -με αποτέλεσμα να εκπέμπονται συχνά αντιφατικά μηνύματα-, σήμερα και τις δύο θέσεις κατέχουν στελέχη της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU). Η Γερμανία μιλά επισήμως με μία φωνή. Και το μήνυμα αυτής της φωνής προς την Τουρκία είναι σαφές: το Βερολίνο ενδιαφέρεται για καλύτερες και ουσιαστικότερες σχέσεις με την Άγκυρα.

Πώς αγγίζει η γερμανική πολιτική, στο σκέλος των εξοπλιστικών και ευρύτερα, τις ελληνοτουρκικές σχέσεις;

Το ζήτημα της Ελλάδας διαδραματίζει, στη σημερινή φάση των γερμανοτουρκικών σχέσεων, μάλλον δευτερεύοντα ρόλο. Αυτό οφείλεται και στο γεγονός ότι στο Βερολίνο επικρατεί η εντύπωση πως οι σχέσεις μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας έχουν βελτιωθεί αισθητά τα τελευταία δύο έως τρία χρόνια. Όπως αναφέρουν Γερμανοί διπλωμάτες, αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ανησυχία για νέα κλιμάκωση στο Αιγαίο ή στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως εκείνη του 2020, όταν η τότε καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ παρενέβη προσωπικά για να κατευνάσει τα πνεύματα μεταξύ των δύο πλευρών.

Φυσικά, η γερμανική πολιτική τάξη γνωρίζει τις ανησυχίες της ελληνικής πλευράς σχετικά με τη συνεχιζόμενη ενίσχυση των τουρκικών εξοπλισμών. Αυτό όμως δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι το Βερολίνο θα ήταν διατεθειμένο να περιορίσει τη στρατιωτική του συνεργασία με την Άγκυρα. Αντιθέτως, η Γερμανία υποστηρίζει ενεργά ότι η Τουρκία πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας. Αυτή η, ούτως ή άλλως δύσκολη για την Ελλάδα, πραγματικότητα καθίσταται ακόμη πιο περίπλοκη από το γεγονός ότι η πλειονότητα των εταίρων της ΕΕ -και μάλιστα χώρες βαρύνουσας σημασίας όπως η Πολωνία, η Ισπανία ή η Ιταλία- συμμερίζονται σε μεγάλο βαθμό τη γερμανική οπτική.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η στάση της Γαλλίας, του διαχρονικού συμμάχου της Αθήνας. Ακόμη και το Παρίσι, ωστόσο, στην υπόθεση των πυραύλων Meteor για την Τουρκία, γύρισε την πλάτη στους Έλληνες.

Ένα ακόμη σχόλιο αφορά τη στάση του Βερολίνου, το οποίο επιδιώκει να διατηρηθεί η ηρεμία στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Το Βερολίνο έχει ξεκαθαρίσει ότι η χρήση των Eurofighter «εναντίον άλλου μέλους του ΝΑΤΟ ή κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αδιανόητη». Η συγκεκριμένη διατύπωση ανήκει στον υπουργό Εξωτερικών Γιοχάν Βάντεφουλ, και εκφράστηκε πριν από την προγραμματισμένη επίσκεψή του στην Αθήνα, πριν από τρεις εβδομάδες. Η επίσκεψη αυτή, ωστόσο, δεν πραγματοποιήθηκε τελικά – και μάλιστα με υπαιτιότητα της ελληνικής πλευράς. Ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, έκρινε σημαντικότερη τη συμμετοχή του στη Διάσκεψη για την Ειρήνη στο Σαρμ ελ Σέιχ, που διοργανώθηκε με πρωτοβουλία των Ηνωμένων Πολιτειών, από τη συνάντησή του με τον Γερμανό ομόλογό του στην Αθήνα. Και μόνο αυτό το γεγονός δείχνει πού βρίσκονται αυτή τη φορά οι προτεραιότητες – αυτή τη φορά, στην Αθήνα.

Είναι καιρός να επισκεφθεί και την Αθήνα ο Γερμανός καγκελάριος;

Υποθέτω ότι μια τέτοια επίσκεψη θα αποτελούσε ένα από τα ζητήματα που ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών σκόπευε να συζητήσει κατά την -τελικώς ακυρωθείσα- επίσκεψή του στην Αθήνα. Ωστόσο, ακόμη κι αν ο Γερμανός καγκελάριος δεν πρόκειται να επισκεφθεί την Ελλάδα στο προσεχές διάστημα, δεν θεωρώ ότι αυτό συνιστά ιδιαίτερο πρόβλημα. Εάν ο Μερτς και ο Μητσοτάκης αισθανθούν την ανάγκη για μια προσωπική ανταλλαγή απόψεων, υπάρχουν πολλοί τρόποι να το πράξουν – αν μη τι άλλο στο πλαίσιο των τακτικών συναντήσεων που πραγματοποιούνται σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πέραν αυτού, τις τελευταίες εβδομάδες και μήνες διεξάγονται διάφορες διμερείς επαφές σε υπουργικό επίπεδο. Από γερμανικής πλευράς -αυτή είναι τουλάχιστον η εντύπωσή μου- οι σχέσεις βρίσκονται σε ένα καλό, αν όχι σε ένα πολύ καλό επίπεδο. Και η αναθέρμανση που παρατηρείται στις σχέσεις μεταξύ Βερολίνου και Άγκυρας δεν φαίνεται να αλλάζει το παραμικρό ως προς αυτό.

Στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό της Γερμανίας, δείχνει να εδραιώνεται η AfD στην πρώτη θέση των δημοσκοπήσεων και η δημοτικότητα Μερτς βρίσκεται στο ναδίρ. Πού επικεντρώνονται οι επικρίσεις σε βάρος του Γερμανού καγκελάριου και ποιες οι εκτιμήσεις σας για το μέλλον;

Ναι, οι παρατηρήσεις σας είναι απολύτως ορθές. Ένας από τους βασικούς λόγους για τα απογοητευτικά ποσοστά δημοτικότητας του Μερτς και της κυβέρνησής του είναι η έλλειψη συνοχής στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού. Όπως γνωρίζετε, ο Φρίντριχ Μερτς κυβερνά σε συνεργασία με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), ένα κόμμα που σε καίρια ζητήματα διατηρεί διαφορετικές αντιλήψεις από εκείνες της συντηρητικής Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU) του καγκελαρίου.

Οι διαφορές αυτές έρχονται διαρκώς στην επιφάνεια σε κομβικά ζητήματα πολιτικής. Αφορούν κυρίως τις επειγόντως αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στα κοινωνικά συστήματα και την απελευθέρωση της οικονομίας, η οποία βρίσκεται σε βαθιά κρίση. Το αποτέλεσμα είναι ότι σημαντικές πολιτικές αποφάσεις είτε αναβάλλονται είτε αποδυναμώνονται. Αυτό δεν αρέσει καθόλου στη μεγάλη πλειονότητα των Γερμανών, οι οποίοι περίμεναν από τον Μερτς να υλοποιήσει το πρόγραμμά του και τώρα τον κατηγορούν για έλλειψη ηγετικής πυγμής.

Από τις εσωτερικές συγκρούσεις του κυβερνητικού συνασπισμού επωφελείται κυρίως ένα κόμμα: η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD).

Ο Δρ Ρόναλντ Μαϊνάρντους είναι Κύριος Ερευνητής στο Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)

https://www.liberal.gr/synenteyxeis/r-mainarntoys-i-realpolitik-toy-merts-enanti-tis-toyrkias?amp

Κάντε Εγγραφή στο εβδομαδιαίο Newsletter

* indicates required
Συμπληρώστε το e-mail σας