Μόλις κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα των Γιάννη και Μαρίνας Αλεξάνδρου (ψευδώνυμο του εδώ και χρόνια επιτυχημένου συγγραφικού ζευγαριού που αποτελείται από τον απόφοιτό μας Γιάννη Γεωργακάκη και τη σύζυγό του Μαρίνα) με τίτλο “Στο κόκκινο και στο γαλάζιο“, από τις εκδόσεις Λιβάνη. Όλα εξελίσσονται στο Γαλαξίδι: είναι η τωρινή ερωτική ιστορία ενός ζευγαριού, με την καθημερινότητά τους, με τις χαρές, τις διαφωνίες και τα γέλια, ενώ παράλληλα η θαλασσινή πολιτεία με το πλούσιο ναυτικό παρελθόν, ζωντανεύει μπρος στα μάτια μας, με τα περήφανα ιστιοφόρα στα μακρινά τους ταξίδια από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι τη Μασσαλία, τότε που θαλασσινό νερό κυλούσε στις φλέβες των ναυτικών. Περισσότερα…
Η Μαρία Μαρκέτου γεννήθηκε στην Αθήνα και αποφοίτησε απ’ τη Γερμανική Σχολή Αθηνών το 1971. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, ενώ από την παιδική της ηλικία ασχολήθηκε με τον κλασσικό χορό και τη μουσική.
Σπούδασε κλασσικό τραγούδι στο Ελληνικό Ωδείο και ολοκλήρωσε με Άριστα παμψηφεί και διακρίσεις τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο των Τεχνών του Βερολίνου. Πραγματοποίησε πολυάριθμες εμφανίσεις στις Όπερες Παρισιού και Λυών, στην Αίθουσα Φιλαρμονικής του Βερολίνου, σε Βιέννη, Βρυξέλλες, Νυρεμβέργη, Μπιλμπάο, Ιένα, Βελιγράδι, καθώς και στα φεστιβάλ Ζάλτσμπουργκ και Βερολίνου. Είναι μεσόφωνος, σολίστ της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και έχει συμπράξει με όλες τις ελληνικές ορχήστρες, με επανειλημμένες εμφανίσεις στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού και στο ΜΜΑ. Το 2010 κυκλοφόρησε την πρώτη της ποιητική συλλογή “Απόβροχο Φθινοπώρου” (Ζαχαρόπουλος) και το 2012 τη νουβέλα “Λιτανεία για μια φεγγαραχτίδα” (Ζαχαρόπουλος).
Επανεκδόθηκε προσφάτως από το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, το βιβλίο «Η αλήθεια για τους έλληνες πολιτικούς» του Γεωργίου Ι. Ράλλη. Το βιβλίο γράφτηκε το 1971, μεσούσης της δικτατορίας, και ήταν η απάντηση του συγγραφέα στο κυρίαρχο αφήγημα του καθεστώτος, ότι δηλαδή ότι «Το Κοινοβούλιον δεν ήτο η αντιπροσωπεία του εκλογικού σώματος, αλλά η αντιπροσωπεία της φαυλότητος, της συναλλαγής και των ιδιωτικών συμφερόντων», όπως κραύγαζε τότε η χούντα για να δικαιολογήσει την καταπάτηση της συνταγματικής νομιμότητας και την κατάργηση του κοινοβουλευτισμού. Το βιβλίο του Ράλλη φιλοδοξούσε να αποτελέσει – στο μέτρο του δυνατού που υπαγόρευαν οι τότε συνθήκες – τον αντίλογο στο ιδεολόγημα των πραξικοπηματιών.
Η επανέκδοση έγινε μέσα στην καραντίνα με αφορμή την επέτειο των 53 χρόνων από την επιβολή της δικτατορίας της 21ης Απριλίου 1967, με αποτέλεσμα να μην πάρει δημοσιότητα (η παρουσίασή του έχει προγραμματιστεί για το φθινόπωρο), ενώ είναι από τα λιγότερο γνωστά βιβλία του έλληνα πολιτικού. Πρόκειται ουσιαστικά για μια επισκόπηση της πολιτικής ιστορίας του τόπου κατά τη φάση της συγκρότησης του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους μέχρι το 1967, οπότε καταλύθηκε το δημοκρατικό πολίτευμα από τη φασιστική χούντα. Ο Ράλλης παραθέτει όχι μόνο ιστορικά αλλά και οικονομικά στοιχεία, προκειμένου να καταδείξει τα βήματα που έγιναν για την παραγωγική ανάπτυξη της χώρας, και να λάμψει η ιστορική αλήθεια για τα επιτεύγματα των πολιτικών ανδρών της νεότερης ιστορίας μας.
Ο Γεώργιος Ράλλης ήταν μαθητής της Σχολής στην Αραχώβης στην ίδια τάξη με την Δέσπω Διαμαντίδου και τον Απόστολο Πίτσο.
Ο Νικόλαος Δουρδούμας γεννήθηκε στην Αθήνα στις 18 Νοεμβρίου 1944 και αποφοίτησε από τη Σχολή το 1962. Σπούδασε Elektrotechnik στο Πολυτεχνείο του Βερολίνου και πήρε το πτυχίο του το 1969 και το διδακτορικό του δίπλωμα στο Ruhr-Universität στο Μπόχουμ και ακολούθησε στην Αυστρία τον καθηγητή του, Gerd Schneider, όταν αυτός αποδέχθηκε την πρόσκληση του Πανεπιστημίου του Graz. Έτσι το 1974 έγινε αρχικά βοηθός στον τομέα της Regelungstheorie και στη συνέχειατο 1977 ολοκλήρωσε τη διατριβή του επι υφηγεσία. Δύο χρόνια μετά, το 1979 ανέλαβε τη θέση την έδρα του Θεωρίας Συστημάτων Αυτομάτου Ελέγχου (Theorie de Automatisierungssysteme) στο Πανεπιστήμιο του Paderborn στην Βεστφαλία. Το 1994 επέστρεψε ως στο Πανεπιστήμιο του Graz ως καθηγητής.
Η Ρέα Αργυριάδου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1943 και αποφοίτησε από τη Γερμανική Σχολή το 1961, αποφοιτώντας παράλληλα και από τη Γαλλική Ακαδημία. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας και ακολούθησε στο Tübingen της Γερμανίας μεταπτυχιακές σπουδές ιστορίας, αρχαιολογίας και φιλοσοφίας.
Ασχολήθηκε με μεταφράσεις λόγιων βυζαντινών κειμένων και αποδελτιώσεις στο έργο του βυζαντινού ιστορικού Προκοπίου και το 1975 άρχισε να διδάσκει Ν. Ελληνικά στο γερμανικό Τμήμα της Γερμανικής, καθώς και στην Kleine Volkshochschule. Το 1977 διορίστηκε ως φιλόλογος στο ελληνικό Τμήμα της Σχολής, όπου δίδαξε μέχρι τον Οκτώβριο του 2010, οπότε και συνταξιοδοτήθηκε.
Στις 6 Ιουνίου, λίγες μέρες μετά την λήξη του lock down από τον κορωνοϊό, έφυγε η Magda Bernau σε ηλικία 94 ετών ήσυχα στο σπίτι της. Η κηδεία της έγινε στο Α΄Νεκροταφείο και ετάφη στον οικογενειακό τάφο. Η Magda είχε πριν λίγα χρόνια χάσει την κόρη της.
Την Magda την γνωρίσαμε στην εκδήλωση των Αποφοίτων του Πολέμου. Ήταν Γερμανίδα, ορθόδοξη, από πατέρα Γερμανό τον Hermann Bernau και μητέρα Ελληνίδα την Μαρία Λαγουδάκη.Ζούσε στην Αλεξάνδρεια, όπου υπήρχε μεγάλη γερμανική κοινότητα, αλλά το 1939 με το ξέσπασμα του Πολέμου αναγκάστηκε να φύγει όπως όλα τα μέλη της κοινότητας. Όλοι οι Γερμανοί πήγαν στην Γερμανία και μόνον η Magda, επειδή είχε συγγενείς της μητέρας της στην Ελλάδα ήρθε στην Αθήνα και πήγε στην Σχολή από το 1939 έως το 1942, όταν αποφοίτησε.
Η Magda εργάστηκε στην Γερμανική Πρεσβεία και αργότερα στην Αρχαιολογική Εταιρεία.
Κυκλοφόρησε προσφάτως η «Ζωή στα ροζ»: η συγγραφέας Λένα Μερίκα μας χαρίζει ακόμη μια ωραία ιστορία μυστηρίου για εφήβους, με το γνωστό της χιουμοριστικό και ανάλαφρο στυλ, δεδομένου ότι η ίδια θεωρεί ότι δεν υπάρχει «σοβαρό» θέμα που να μην επιδέχεται προσέγγιση μέσα από μια λοξή, χιουμοριστική ματιά, και συχνά μέσω του χιούμορ εκφράζονται οι μεγαλύτερες αλήθειες. Στο βιβλίο το δαιμόνιο ντετεκτιβικό δίδυμο Μίλτος – Θεοδώρα ξαναχτυπά, εξιχνιάζοντας μια σκοτεινή υπόθεση. Εκδόσεις Κέδρος, ηλικία 13+. Πληροφορίες...
Διαβάστε την κριτική της η Μαρίας Σούμπερτ «Είναι τα κορίτσια ροζ;»…
Ο Πέτρος Πετρακόπουλος γεννήθηκε το 1955 και αποφοίτησε από τη Γ.Σ.Α. το 1972. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στο Ανόβερο (Τechnische Universität Hannover) από το 1972 έως το 1976, όπου έκανε και μεταπτυχιακά πάνω στη νοσοκομειολογία έως το 1979 με θέμα: “Ein neues Gesundheitssystem fuer Griechenland -das Gesundheitszentrum als Kern des Systems- Nachsorgekliniken” (Nέο σύστημα υγείας για την Ελλάδα -το Κέντρο Υγείας ως πυρήνας του νέου συστήματος- Κλινικές after-care).
Μετά από σύντομο πέρασμα από το Υπουργείο Υγείας, με συμμετοχή στο πρόγραμμα των Κέντρων Υγείας, ασχολήθηκε στο ελεύθερο επάγγελμα ως μελετητής αρχιτέκτονας, επικεφαλής της εταιρείας ΜΕΑΣ Ε.Π.Ε. Γνωστότερα έργα του είναι το Ολυμπιακό Κέντρο Ιστιοπλοΐας, οι Μακεδονικοί Τάφοι στη Βεργίνα, το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού και το Πολιτιστικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων στο Γκάζι.
Παντρεμένος με την απόφοιτο της Γ.Σ.Α. Τέμη Βώκου (76), κόρη του Σπετσιώτη αρχιτέκτονα Φίλιππου Βώκου, έχουν δύο γιους (ο δεύτερος είναι απόφοιτος Γ.Σ.Α.’04). Μέλος του Δ.Σ. του Σ.Α.Γ.Σ.Α. από την αφύπνισή του το 1982 (Πρόεδρος 1994-98 & 4 τετραετίες Αντιπρόεδρος), διετέλεσε και Πρόεδρος του Συλλόγου Γονέων της Γ.Σ.Α. (1998-2004). Για τη συνολική αυτή δράση του στη Γ.Σ.Α. τιμήθηκε τον Ιούνιο 2005 με το «Σταυρό της Τιμής» από τον Πρόεδρο της Γερμανικής Δημοκρατίας H. Koehler. Το 2004 πρωτοεξελέγη στο Δ.Σ. του Σ.Ε.Γ.Μ., όπου το 2006 αναδείχθηκε σε Αντιπρόεδρο και από την αρχή του επόμενου έτους σε Πρόεδρο, ενώ από το 2010 είναι Γενικός Γραμματέας του Ιδρύματος της Αναργυρείου & Κοργιαλενείου Σχολής Σπετσών.
Ο Ευγένιος Σαντορίνι, απόφοιτος του 1940, γεννημένος στην Αθήνα το 1923, έγραψε ένα μοναδικό κείμενο περιγράφοντας την καθημερινή ζωή στην οδό Αραχώβης της περιόδου μέχρι τον Πόλεμο.
Είναι ένα κείμενο που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 1995 στο 9ο τεύχος του εξαιρετικού περιοδικού του Συλλόγου “Der Dörpfeldianer” και τα λεέι όλα: τα μαθήματα, που ξεκινούσαν στις 8.00 και πήγαιναν μέχρι τις 13.20, τα απογευματινά από τις 15.30 έως τις 17.50, τους καθηγητές, τους διευθυντές, τους συμμαθητές και τις συμμαθήτριες, ακόμη και τα κουτσομπολιά. Ένα ημερολόγιο πραγματικό και το πιό σημαντικό: ξεκινά από το δημοτικό ιότι όταν πρωτο πήγε στην Σχολή ήταν έξι ετών.
Παρελαύνουν όλα τα ονόματα, των οποίων με πολύ κόπο συγκεντρώσαμε όλα αυτά τα χρόνια τα βιογραφικά τους και γίνονται αναφορές στην στις προσπάθειες του Χίτλερ να πάρει ριζικά μέτρα απομακρύνοντας άριστους Γερμανοεβραίους καθηγητές.
“Η προπολεμική Σχολή διέφερε πολύ σημαντικά από την σημερινή μεταπολεμική στο ότι ήταν ίδρυμα απολύτως ίδιο με τα εντόπια σχολεία της Γερμανίας, δηλ. ήταν σχολείο μονοκόμματο μέσα από την Γερμανία και βαλμένο χωρίς καμμία αλλαγή στην Αθήνα. Όλα τα μαθήματα εκτός ολίγων που γίνονταν στα ελληνικά, εδιδάσκοντο γερμανικά, ήτοι γερμανική γλώσσα, ιστορία, γεωγραφία, βιολογία, μαθηματικά, φυσική, χημεία, μουσική, γυμναστική, χειροτεχνία, σχέδιο. Υποχρεωτική γλώσαα ήταν τα γερμανικά. Υπήρχε μάλιστα ειδική βαθμολογία για την αποκλειστική χρήση της γερμανικής (Deutschsprechen), ακόμη και στα διαλείμματα!. Ελληνικά εδιδάσκοντο μόνο τα αρχαία, νέα, ελληνική ιστορία, θρησκευτικά και στις δύο τελευταίες τάξειςψυχολογία, ηθική και λογική”.
Αναφέρει τα ονόματα της Ρίτσας Αναστασιάδου, που τότε ήταν νεαρή φιλόλογος και ήρθε στο Μαρούσι, αλλά και της Maria Di Lernia:
…Αρχαία ελληνικά (Ηρόδοτο και Κύρου Ανάβαση) με την αγαπητή δίδα Ρίτσα και τότε Αναστασιάδου
…Γραμματέας του διευθυντού και ταμίας ήταν στα έτη 1934-38/39 η και μετέπειτα γνωστή και αγαπητή Maria Dilernia, που την διαδέχτηκε μέχρι τα χρόνια της κατοχής ο Herr Jedermann.
Λέει προς το τέλος του άρθρου του ο Genio:
“Τραγική τύχη είχαν τα θύματα του εθνικοσοσιαλισμού. Ο καθηγητής Brink, μετά την επιστροφή του από την Ελλάδα, αυτοκτόνησε στη Γερμανία για πολιτικούς λόγους. Μεταξύ των καθηγητών μας εξέχουσα θέση είχαν και οι εξής Γερμανοεβραίοι που απολύθηκαν το 1934: Η Dr Vohsen αναγκάστηκε να αρχίσει καινούργια ζωή στην Αγγλία. Ο Dr. Preibish άννθρωπος πραγματικά ευρωπαϊκής μορφώσεως και καρδιοπαθής, υπεβλήθη σε σωστή οδύσσεια, ώσπου να βρεί θέση σε Πανεπιστήμιο στην Ιαπωνία. Ο Dr. Lichtenstein ταλαιπωρήθηκε παραδίνοντας ιδιαίτερα μαθήματα στην Καβάλα και στην Αθήνα. Όλοι αυτοί ζούσαν επί χρόνια απομωομένοι σαν ανεπιθύμητοι και ύποπτοι πρόσφυγες στη στενή και καχύποπτη τότε Ευρώπη με μιά βαλίτσα, χρήματα από τη μία μέρα στην άλλη και άγνωστο το αύριο.
και το άρθρο κλείνει αναφέροντας:
…στα Δεκεμβριανά βρήκε φρικτό θάνατο η Ευγενία Λύτρα και το 1948, μόλις διπλωματούχος μηχανικός απέθανε ο Ευάγγελος Κοφινιώτης. Αυτά όσα μας είναι γνωστά μέχρι το 1950. Σε όλους θα άξιζε να ζήσουν περισσότερο.
Όπως όλοι διαπιστώνουμε πρόκειται για ένα πολύ καλογραμμένο άρθρο που καλύπτει μοναδικά την εικόνα της Γερμανικής. Διακρίνουμε και κάτι άλλο, την αγάπη του Santorini να παρακολουθήσει, να κρατήσει επαφή με τις ζωές των συμμαθητών και καθηγητών του. Πρέπει νομίζουμε να το διαβάσουμε πολλές φορές.
Ο Νίκος Ασωνίτης γεννήθηκε την Πρωτοχρονιά του 1917 στην Στρογγυλή της Κέρκυρας , στην οποία ο πατέρας του ήταν παπάς. Γυμνάσιο έκανε στην πόλη και σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Μετά τον πόλεμο εξορίστηκε στη Μακρόνησο λόγω πολιτικών φρονημάτων και ακολούθως εργάστηκε σε νυχτερινά αλλά και σε ιδιωτικά σχολεία μέχρι να πάει στην Γερμανική έπειτα από πρόσκληση του Γεωργίου Δημητράκου, όπου δίδαξε Αρχαία, Νέα και Ιστορία.
Συγγραφέας πολλών βοηθημάτων, συνέταξε το «Συντακτικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας», το «Λεξικό Ανωμάλων Ρημάτων», αναλύσεις για τα έργα Αρχαίων συγγραφέων, αλλά και το «Συντακτικό της Λατινικής Γλώσσας» και τα «Λατινικά», γλώσσα που γνώριζε πολύ καλά και πολύ συχνά συνομιλούσε σε αυτήν με τους φίλους του.
Στενός φίλος των Δημητράκου, Παπαδάκη, Παπαγεωργίου και Δανιήλ αλλά και φανατικός οπαδός του Ολυμπιακού, του οποίου διέτελεσε και πρώτος πρόεδρος των φιλάθλων του.
Απεβίωσε στις 18 Νοεμβρίου 1996, λίγο πριν γίνει 80 ετών.
Οι συνεντέυξεις με τον Βασίλη Μαυρίδη και τον Φωκίωνα Φωτιάδη-Νεγρεπόντη, αποφοίτους εκείνης της εποχής, αλλά κα με τους νεότερους Thomas Greve και Νίκο Αποστολόπουλο. Ακόμη με τον Richard Epstein και την πρώην Διευθύντρια Annette Brunke-Kullik.
Ο Οδυσσέας Λαμψίδης γεννήθηκε στις 8 Μαΐου 1917 στην Τραπεζούντα από γονείς Ποντίους. Το 1923 ήρθε στην Ελλάδα μετά από ταλαιπωρίες με την οικογένεια του (γονείς, δύο κορίτσια και πέντε αγόρια) και εγκαταστάθηκαν μόνιμα στον προσφυγικό συνοικισμό Σκοπευτηρίου Καλλιθέας.
Το 1941 πήρε το πτυχίο του από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, το 1948 ανακηρύχθηκε διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών με το βαθμό «Άριστα» και με θέμα διατριβής του «Η ποινή της τυφλώσεως παρά τοις Βυζαντινοίς».
Δίδαξε στη Μέση Εκπαίδευση από το 1944 έως το 1957 στο Πρότυπο Λύκειο Αθηνών. Το 1948 μάλιστα όταν δίδασκε στη Σχολή Μπερζάν, είχε μαθητή τον 17χρονο τότε Μένη Κουμανταρέα, ο οποίος θα τον μνημονεύσει αργότερα στο βιβλίο του «Η Ξεχασμένη Φρουρά» στο αφιέρωμα για τον Καβάφη, αλλά θα θυμηθεί ότι τον αποκαλούσε χαριτολογώντας “Κουμανταρινέα”.
Εργάστηκε στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και διετέλεσε καθηγητής στην Γερμανική Σχολή από το 1958 έως το 1979. Παράλληλα δραστηριοποιήθηκε και ως ερευνητής. Συνεργάστηκε με τα μεγαλύτερα ελληνικά και ξένα περιοδικά, στα οποία δημοσίευσε πάνω από 250 μελέτες, με θέματα που αναφέρονται στη βυζαντινή ιστορία και φιλολογία, καθώς και στο δημόσιο και ιδιωτικό βίο και στη διάλεκτο των Ποντίων, ενώ επιμελήθηκε και των άρθρων του κεφαλαίου «Ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία» της «Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους» (Τόμος ΙΑ).
Παράλληλα ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνία γράφοντας διηγήματα, θεατρικά και μεταφράσεις με το ψευδώνυμο Lys. Photeinos (Λυσ.Φωτεινός).
Από το 1962 και επί σειρά ετών διετέλεσε Πρόεδρος της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών και με την ιδιότητά του αυτή διηύθυνε το επιστημονικό σύγγραμμα «Αρχείον του Πόντου».
Για το επιστημονικό του έργο τιμήθηκε από τον Πατριάρχη Δημήτριο, ενώ η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε το αργυρό μετάλλιό της και η Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα.
Απεβίωσε στις 12 Ιουλίου 2006.
Η Εύη Πάσχου “συναντά” τον Οδυσσέα Λαμψίδη…
Μια άγνωστη πτυχή της προσωπικότητας του Οδυσσέα Λαμψίδη…
Ο Παναγιώτης Αγαπητός για τον Οδυσσέα Λαμψίδη…
Από την επίσημη ιστοσελίδα της “Επιτροπής Πονταικών Μελετών” (www.epm.gr) δανειστήκαμε το βιογραφικό του Οδυσσέα Λαμψίδη, έτσι όπως εμφανίζεται στην ενότητα “ΙΣΤΟΡΙΚΟ / ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ”
Γεννήθηκε στην Τραπεζούντα του Πόντου στις 8 Μαΐου 1917.
Παιδί του Αχιλλέα Λαμψίδη, προέδρου της ενορίας Υπαπαντής Τραπεζούντας, που με τον ξεριζωμό του ποντιακού ελληνισμού και ακολουθώντας τους γονείς του στο δρόμο της προσφυγιάς εγκαταστάθηκε στην Καλλιθέα Αττικής.
«Μένει στο νου μου βαθειά χαραγμένη μια εικόνα από τα πρώτα χρόνια, χρόνια της προσφυγιάς στο συνοικισμό της Καλλιθέας. Οι γονείς μας, πρόσφυγες και φτωχοί τόσο πολύ που πιο πολύ δεν παίρνει, κάθε Κυριακή, ξεχνώντας το μόχθο και τα δάκρυα της εβδομάδας, έβαζαν τις φορεσιές της πατρίδας και πιάνονταν στο χορό. Η λύρα άναβε φωτιές και τα τραγούδια έδιναν και έπαιρναν. Τραγούδια για τον ξεριζωμό, για την αγάπη, το θάνατο, τη ζωή. Και χόρευαν ώσπου τ’ αχνάρια τους γινόταν αυλάκια βαθειά μέσα στη λάσπη. Κι’ εγώ μικρό παιδί φοβόμουν πως θα βουλιάξουν και θα χαθούν. Μα εκείνοι χόρευαν και χόρευαν βαθαίνοντας το αυλάκι.
Όσοι ξέρουν είπαν πως ήτανε φυγή.
Μα εγώ όσο περνούν τα χρόνια ξαναφέρνω στη μνήμη μου την εικόνα εκείνη και πιστεύω πως οι ξεριζωμένοι γονείς μας, πότιζαν με δάκρυα το χώμα και με το χορό τους άνοιγαν βαθύ για να ριζώσει, να ανθίσει και να καρπίσει το δέντρο της Ρωμανίας επαληθεύοντας τη ρήση την προγονική.
«Η Ρωμανία κι’ αν πέρασεν ανθεί και φέρει κι’ άλλο»
Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συμπλήρωσε της σπουδές του στη Γερμανία, όπου ειδικεύθηκε στη Βυζαντινολογία. Ήδη το 1935, στο εγκυρότερο Βυζαντινολογικό Περιοδικό, την Byzantinische Zeitschrift, είχαν δημοσιευθεί οι πρώτες μελέτες του για το εγκώμιο της Τραπεζούντας του Βησσαρίωνα και για τα έγγραφα της μονής Βαζελών. Ήταν τότε νέος φοιτητής. Κατόπιν επιστροφή στην Ελλάδα, πόλεμος, κατοχή, τα μετά την κατοχή. Περίοδος δύσκολη για όλους κι ακόμη δυσκολότερη για τον μεγάλο αδερφό που κατοικούσε με την πολυμελή του οικογένεια. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες γράφτηκε και η διδακτορική του διατριβή με τίτλο: «Η ποινή της τυφλώσεως παρά τοις Βυζαντινοίς (1949)». Δίδαξε επί σειράν ετών στο Λύκειο Μπερζάν και τη Γερμανική Σχολή, όπου μαθητές του διακρίθηκαν και έκαναν επιστημονική ή πολιτική καριέρα. Έλαβε μέρος σε όλα τα βυζαντινολογικά συνέδρια πλάι σε μεγάλους βυζαντινολόγους, όπου έκανε σημαντικές ανακοινώσεις.
Ο Πόντος, ο βυζαντινός αλλά και ο νεότερος, απέκτησε κεντρική θέση, όταν ο Οδ. Λαμψίδης έγινε γραμματέας και κατόπι πρόεδρος της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών και επιφορτίσθηκε με την επιμέλεια της έκδοσης του περιοδικού «Αρχείον Πόντου». Και το περιοδικό αναμορφώθηκε κι ανέβηκε σε πραγματικά διεθνές επίπεδο. Απόδειξη αυτής της ακτινοβολίας του είναι ο σημαντικός αριθμός μη Ελλήνων ειδικών που υποβάλλουν τις μελέτες τους για δημοσίευση στο «Αρχείον Πόντου». Απόδειξη είναι και το ότι τα πρακτικά ενός διεθνούς συμποσίου για τον Πόντο «Μαύρη Θάλασσα», που έγινε στο Birmingham της Αγγλίας, δημοσιεύθηκαν στον 35ο τόμο του «Αρχείου Πόντου», Αθήνα 1978.
Ο καθηγητής του Birmingham, Anthony Bryer, που έχτισε ολόκληρη την καριέρα του πάνω στον Βυζαντινό Πόντο, έλεγε πως όταν αυτός άρχισε να μελετά τον μεσαιωνικό Πόντο, οι πηγές της ιστορίας του κράτους των Μεγάλων Κομνηνών ήταν κακοδημοσιευμένες και δύσχρηστες. Και ότι χάρη στο Λαμψίδη, οι ιστορικοί της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας είναι προνομιούχοι, γιατί οι πηγές που θα χρησιμοποιήσουν έγιναν και προσιτές και είναι δημοσιευμένες σύμφωνα με όλες τις απαιτήσεις της σύγχρονης επιστήμης. Ο Bryer σκεφτόταν βέβαια πρώτα απ’ όλα τη νέα έκδοση του Χρονικού του Μιχαήλ Παναρέτου, που είναι πια κλασική και απαραίτητη για όποιον θελήσει να πλησιάσει τους Μεγάλους Κομνηνούς. Σκεφτόταν όμως κι ένα πλήθος άλλες πηγές που εκδόθηκαν ή επανεκδόθηκαν και που μελετήθηκαν πάνω σε νέες βάσεις, όπως τα έργα του Ανδρέα Λιβαδηνού, του Ιωάννη Ξιφιλίνου, του Ιωάννη Ευγενικού. Σκεφτόταν τους βίους και τα θαύματα αγίων, από τους οποίους ήταν Πόντιοι, όπως ο Άγιος Ευγένιος, ο προστάτης της Τραπεζούντας, ο Νίκων ο Μετανοείτε που κατέληξε στη Σπάρτη κι άλλοι συνδέθηκαν με τον Πόντο χάρη στη δράση τους, όπως οι Αθηναίοι ιδρυτές της μονής Σουμελά, οι αδελφοί Διονύσιος και Θεοδόσιος από τα περίχωρα της Καστοριάς. Ο πρώτος ίδρυσε τη μονή Διονυσίου στο Άγιον Όρος με τη βοήθεια του Αλεξίου Γ’ του Μεγάλου Κομνηνού, ενώ ο δεύτερος ήταν την ίδια εποχή μητροπολίτης Τραπεζούντος.
Σχετικά με τις πηγές του μεσαιωνικού Ελληνισμού του Πόντου, ο Οδ. Λαμψίδης ασχολήθηκε και με συγγραφείς Βυζαντινούς που και εκτενείς είναι και σε πολλά χειρόγραφα σώζονται. Όπως το χρονικό του Εφραίμ, που γράφτηκε το 14ο αιώνα, για το οποίο μας έδωσε νέα κριτική έκδοση και λεπτομερή σχολιασμό. Για το έμμετρο χρονικό που ο Κωνσταντίνος Μανασσής έγραψε στα τέλη του 12ου αιώνα και το οποίο γνώρισε τόσο μεγάλη επιτυχία στην εποχή του και αργότερα, που σώζεται σε απειρία χειρογράφων. Ξεχωριστά αναφέρεται μια μελέτη με την οποία ο Οδ. Λαμψίδης απέδειξε για πρώτη φορά πέρα από κάθε αμφιβολία ότι ο χρονογράφος Ιωάννης Ζωναράς του 12ου αιώνα έχει αντλήσει πληροφορίες από τον Μιχαήλ Ψελλό του 11ου αι. Όσοι ασχολούνται με χρονικά του μεσαίωνα ξέρουν πόση διαίσθηση και πόση γνώση χρειάζονται για να αποδείξει κανείς κάτι τέτοιο.
Κι οι καθαρά ιστορικές εργασίες παρουσιάζουν την ίδια ευρύτητα. Η αναγραφή των δημοσιευμάτων του Οδ. Λαμψίδη μάς οδηγεί, από την ποινή της τυφλώσεως και την κυβομαντεία, θέματα σχετικά με τον ιδιωτικό βίο των Βυζαντινών, σε γενικότερα ζητήματα της ιστορίας του Ποντιακού Ελληνισμού, συνθετικές μελέτες για την Βυζαντινή Μαύρη Θάλασσα, για τα προβλήματα που θέτει η ιστορία του κράτους των Μεγάλων Κομνηνών, και για την εμπορική σημασία της Τραπεζούντας, τη σημασία του ονόματος Μέγας Κομνηνός, των συνθηκών με τις οποίες οι Τούρκοι κατέλαβαν την Τραπεζούντα το 1461 και πολλές άλλες μελέτες σχετικά με τον Ελληνισμό του Πόντου κατά την Τουρκοκρατία
Το επιστημονικό ενδιαφέρον του Οδ. Λαμψίδη για τη γλώσσα το μονοπωλεί σχεδόν η ποντιακή διάλεκτος. Βαθιά γνώστης της ελληνικής γλώσσας πραγματεύεται, με ιδιαίτερη ευστοχία, διάφορα θέματα, όπως ετυμολογικά, σημασιολογικά κ.ά. Επιπλέον αισθάνεται την ευθύνη να παρακινήσει νέους ανθρώπους να ασχοληθούν με τη μελέτη και έρευνα της ποντιακής διαλέκτου. Αυτό το κάνει με μια σειρά ενημερωτικών εργασιών που κατατοπίζουν σε θέματα προηγούμενης επιστημονικής έρευνας. Με την ευκαιρία κάποιας μελέτης του, παρέχει τη βασική διαλεκτολογική βιβλιογραφία της ποντιακής(π.χ. ΑΠ 17, 1952, 227-238), ή δίνει, συγκεντρωμένα, οδηγίες για την καταγραφή της ποντιακής, με τις οποίες καθοδηγείται κανείς για την ακριβή και με επιστημονικό τρόπο αποτύπωση της διαλέκτου (ΑΠ 24, 1961, 53-75), ή κάνει σύντομη και περιεκτική ιστόρηση της ποντιακής διαλέκτου (ΑΠ 23, 1959, 199-205, κ.ά.). Ποια ήταν τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας για την παρώθηση των νέων επιστημόνων ; Ο ίδιος δήλωνε : «Πολλάκις παρώτρυνα νέους φιλόλογους Ποντίους όπως ασχοληθώσιν επιστημονικώς εις μίαν τοιαύτην έρευναν, πολλάκις επροθυμοποιήθην να παράσχω αυτοίς πάσαν δυνατήν βοήθειαν. Δυστυχώς όμως ολίγοι επείσθησαν να ακολουθήσωσι την ανάντη και δυσχερή οδόν της επιστημονικής ερεύνης.»
Αρκετές εργασίες του Οδ. Λαμψίδη πραγματεύονται καθαρώς φιλολογικά θέματα: Κριτική έκδοση, κριτική κειμένου, σχολιασμός κειμένου, μετρικά σχόλια. Οι φιλόλογοι καταλαβαίνουν τη σημασία και την αξία τέτοιων ασχολιών που ανάγονται στην πεμπτουσία της φιλολογικής έρευνας και ανήκουν στις «καλές ημέρες» της φιλολογικής επιστήμης.
Μερικοί βυζαντινοί συγγραφείς είναι τυχεροί, γιατί επέσυραν το επιστημονικό ενδιαφέρον του Οδ. Λαμψίδη για το έργο τους, όπως «Ο εις Τραπεζούντα λόγος του Βησσαρίωνος», «Μιχαήλ του Παναρέτου Περί των Μεγάλων Κομνηνών», «Ιστορία της κριτικής του κειμένου και των εκδόσεων της Χρονικής Συνόψεως του Κωνσταντίνου Μανασσή», «Βατικανοί κώδικες περιέχοντες τον βίον αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου», «Εφραίμ του Αινίου Χρονογραφία. Κείμενο-μετάφραση-σχόλια», «Άγιος Ευγένιος ο Τραπεζούντος Α’ Το μαρτύριον του Αγίου Ευγενίου υπό Ιωάννου Ξιφιλίνου, Β’ Κανών εις Άγιον Ευγένιον υπό Ιωάννου του Ευγενικού, Γ’ Ανωνύμου κανών εις Άγιον Ευγένιον εξ αθηναϊκών κωδίκων». Ξεχασμένους όρους της φιλολογικής επιστήμης μάς θυμίζει ο Οδ. Λαμψίδης με το τεράστιο έργο του: εισαγωγή, έκδοση, διορθώσεις, σχόλια, σύμμεικτα, κώδικες, χειρόγραφα, ανάγνωσις κωδίκων, κ.ά. Μέσα σε όλα αυτά ο Οδ. Λαμψίδης κινείται με εκπληκτική άνεση, που προέρχεται βασικά όχι τόσο από τη γνώση της τεχνικής, της μεθοδολογίας, όσο της γλώσσας.
Πραγματικά, η στέρεη γλωσσική κατάρτιση, σε όλες τις περιόδους της ελληνικής, δίνει στον Οδ. Λαμψίδη τη σιγουριά να προτείνει μια διόρθωση, να υποστηρίξει τη διατήρηση μιας γραφής χειρογράφου ή να κάνει τη διασάφηση κάποιου στοιχείου. Όπως : Α’ η μελέτη του «Γλωσσικά σχόλια εις μεσαιωνικά κείμενα του Πόντου» (ΑΠ 17, 1952, 227-238), όπου η άρτια γνώση της ποντιακής οδηγεί τον Οδ. Λαμψίδη να διορθώσει ένα πλήθος σφαλμάτων και εσφαλμένων αναγνώσεων στα περίφημα πια έγγραφα της Μονής Βαζελών, που έχουν εκδοθεί στα 1927 στο Λένινγκραντ. Ο ίδιος παρατηρεί: «Πλείστα γλωσσικά φαινόμενα της νυν Ποντιακής διαλέκτου θα επεξηγούντο ευχερέστερον και καλύτερον, εάν ελαμβάνοντο κατά την έρευναν υπ’ όψιν τα εν λόγω κείμενα. Η ύπαρξις των διαλεκτικών φαινομένων υπήρξεν ακριβώς ανυπέρβλητος δυσκολία δια την έκδοσιν ταύτην, της οποίας πολλά σφάλματα και παραναγνώσεις θα ηδύνατο να προλάβη η γνώσις του Ποντιακού ιδιώματος». Β’ η μελέτη του «Κροτώ – κρατώ – κρατίζω» εν τω Χρονικώ Μιχαήλ του Παναρέτου (ΑΠ 21, 1956, 226-230). Ανάμεσα στα άλλα, ασχολείται με την έκφραση «εκράτεισαν πόλεμον» του χειρογράφου του Χρονικού των Μεγάλων Κομνηνών του Μαρκιανού κώδικα. Την έκφραση αυτή ο εκδότης Σ. Λάμπρος και οι πριν απ’ αυτόν μελετητές τη διόρθωσαν σε «εκρότησαν πόλεμον». Τη γραφή του χειρογράφου αποκαθιστά ο Οδ. Λαμψίδης, πολύ σωστά: «Εν τη Ποντική διαλέκτω δεν ανευρίσκεται το ρήμα «κροτώ» ούτε και η έκρασις «κροτώ πόλεμον», η οποία ευκόλως ηδύνατο, ως προς την έννοιαν, να συμφυρθή και εν τέλει να ταυτισθή προς το «κρατώ πόλεμον». Δια τούτο είτε ο γνώστης της Ποντιακής διαλέκτου χρονικογράφος έγραψεν αυτός ούτος «εκράτησαν πόλεμον» είτε ο αντιγραφεύς του Μαρκιανού κώδικος μετέγραψε το «εκρότησαν πόλεμον» του συγγραφέως εις «εκράτεισαν πόλεμον», παρασυρθείς είτε εκ της τοπικής λαλιάς είτε εκ του πολλάκις εν τω Χρονικώ χρησιμοποιούμενου ρήματος «κρατώ».
Οι «μετρικές» εργασίες του Οδ. Λαμψίδη, που από τον ίδιο χαρακτηρίστηκαν με μετριοφροσύνη «σχόλια», αφορούν τους βυζαντινούς ιαμβογράφους Γεώργιο Πισίδη, Θεοδόσιο Διάκονο, Νικόλαο Μουζάλωνα, Κωνσταντίνο Μανασσή, χρονικογράφο Εφραίμ, Ανδρέα Λιβαδηνό και Ιωσήφ Βρυέννιο και πραγματεύονται ουσιώδη θέματα στη μετρική διαφοροποίηση της βυζαντινής από την αρχαία ποίηση. Πράγματι, διαβάζοντας τα «Σχόλια εις την ακουστικήν μετρικήν βυζαντινών στιχουργών ιαμβικού τριμέτρου» του Οδ. Λαμψίδη (ΑΠ 31, 1971, 235-340), «ο αναγνώστης δύναται να έχη προ οφθαλμών την εξέλιξιν του βυζαντινού ιαμβικού τριμέτρου από του 7ου μέχρι και του 15ου αιώνος»
Ένα άλλο χαρακτηριστικό του φιλολογικού και του γενικότερου επιστημονικού ενδιαφέροντος του Οδ. Λαμψίδη είναι η συστηματικότητα στην ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης των θεμάτων και η επιμονή του στη διεκπεραίωση της διαπραγμάτευσης αυτής. Παράδειγμα το λεξιλόγιο του Κωνσταντίνου Μανασσή στη Χρονική Σύνοψη. Ο Οδ. Λαμψίδης δίνει το 1971 στον Πλάτωνα (23, σ. 254-277) τις λέξεις της Χρονικής Σύνοψης που δεν αναγράφονται στο Λεξικό της αρχαίας ελληνικής των Liddell – Scott – Jones. Κατόπιν στα 1973, 1974 και 1975 δίνει, στον Πλάτωνα πάλι (τ. 25, σ. 19-70, τ. 26, σ. 209-222 και τ. 27, σ.51-89) τα ονόματα, ουσιαστικά και επίθετα, της Χρονικής Σύνοψης. Παράλληλα, δίνει στα Βυζαντινά το 1973 (5, σ. 186-268) τα ρήματα στο λεξιλόγιο της Χρονικής Σύνοψης. Τέλος, δίνει στην Επετηρίδα Εταιρείας Στερεοελλαδικών Μελετών το 1976-77 (6, σ. 90-98) και τα επιρρήματα. Πάνω από 200 σελίδες καθαρής φιλολογικής δουλειάς, παράδειγμα για κάθε φιλόλογο, μακροπρόθεσμου και μακρόθυμου επιστημονικού ενδιαφέροντος και συστηματικότητας.
Ο Οδ. Λαμψίδης συμμετέχει σε διάφορα συνέδρια, ελληνικά και διεθνή, κατά κανόνα με επιστημονικές ανακοινώσεις του, και προωθεί την έρευνα σε συλλογικό επίπεδο. Η γλωσσομάθειά του, άλλωστε, του επιτρέπει την άνετη συμμετοχή καθώς και τη δημοσίευση εργασιών του σε ξενόγλωσσα περιοδικά, από τα πιο έγκυρα στον τομέα αυτόν.
Πέρα από αυτά ο Οδ. Λαμψίδης τόλμησε να ξεφύγει από το αυστηρά επιστημονικό πλαίσιο εργασίας. Μπήκε στο χώρο της λογοτεχνίας και του θεάτρου, και σαν μελετητής τους. Και στους τομείς αυτούς το έργο του – δείγμα των ευρύτερων πνευματικών ανησυχιών του – υπήρξε αξιόλογο, και δεν περιορίστηκε φυσικά στο χώρο της ποντιακής. Αντίκρισε και το σημερινό άνθρωπο, με τα προβλήματα, τα ενδιαφέροντα και τις αγωνίες του.
Στην Επιτροπή Ποντιακών Μελετών ο Οδ. Λαμψίδης εργάστηκε από τη δεκαετία του 1950 μαζί με τον Αρχιμανδρίτη Άνθιμο Παπαδόπουλο, ως Γεν. Γραμματέας ο πρώτος και Πρόεδρός της ο δεύτερος, και ανύψωσαν το περιοδικό της «Αρχείον Πόντου» σε επιστημονικό περιοδικό διεθνούς κύρους. Από το 1962 υπήρξε για περισσότερο από 25 χρόνια Πρόεδρος της Ε.Π.Μ. και διευθυντής του «Αρχείου Πόντου». Κύριο μέλημά του ήταν η καταγραφή λαογραφικού και γλωσσικού υλικού καθώς και η έκδοση των πηγών για τη συγγραφή της ιστορίας του Πόντου. Έτσι στους τόμους του «Αρχείου Πόντου» καταγράφηκε πολύτιμο λαογραφικό και γλωσσικό υλικό από τους ξεριζωμένους Έλληνες Ποντίους της πρώτης γενιάς.
Το 1967 οργάνωσε επιστημονική αποστολή του τότε Γεν. Γραμματέα Σίμου Λιανίδη στη Μακεδονία και στη Θράκη για τη συλλογή λαογραφικού και γλωσσικού υλικού. Στις εκεί εγκαταστάσεις των Ποντίων καταγράφηκαν και μαγνητοφωνήθηκαν συζητήσεις και αφηγήσεις ιστορικών γεγονότων, διαλεκτικών κειμένων, εθίμων, δημοτικών τραγουδιών κ.ά.
Το 1981 οργάνωσε το Α’ Συμπόσιο Λαογραφίας, το οποίο σημείωσε απόλυτη επιτυχία. Οι ανακοινώσεις του συμποσίου περιλαμβάνονται στον 38ο τόμο του «Αρχείου Πόντου».
Ιδιαίτερη σημασία έδωσε ο Οδ. Λαμψίδης στην έκδοση ειδικών μονογραφιών περί θεμάτων του Πόντου. Για το σκοπό αυτό και παράλληλα με την έκδοση του περιοδικού «Αρχείον Πόντου» ξεκίνησε η έκδοση των Παραρτημάτων του. Σε αυτή τη σειρά ήδη είχε δημοσιευθεί «Η Ιστορική Γραμματική της Ποντικής Διαλέκτου, Αθήνα 1955» και «Το Ιστορικόν Λεξικόν της Ποντικής Διαλέκτου, Αθήνα 1958-1961», έργα και τα δύο του Άνθιμου Παπαδόπουλου. Εργασίες του Οδ. Λαμψίδη δημοσιευμένες στα Παραρτήματα του «Αρχείου Πόντου» είναι : α. Παρ/μα 7, «Ανδρέα Λιβαδηνού, Βίος και Έργα, Αθήνα 1975», β. Παρ/μα 8, «Ευρετήριον απεικονίσεων και φωτογραφιών του Πόντου και των Ελλήνων Ποντίων, Αθήνα 1977», γ. Παρ/μα 9, «Μελωδίαι δημωδών ασμάτων και χορών των Ελλήνων του Πόντου, Αθήνα 1977», δ. Παρ/μα 10, «Γύρω στο Ποντιακό Θέατρο, Υπόσταση και Ιστορία του (1922-1972), Αθήνα 1978», ε. Παρ/μα 13, «Ο εκ Πόντου Όσιος Νίκων ο Μετανοείτε, Αθήνα 1982», και στ. Παρ/μα 14, «Δημοσιεύματα περί τον Ελληνικόν Πόντον και τους Έλληνας Ποντίους, Τόμος Α’, Αθήνα 1982».
Μέγα επίτευγμα για την Επιτροπή Ποντιακών Μελετών υπήρξε και η απόκτηση ιδιόκτητου χώρου. Όραμα ετών και συνεχείς προσπάθειες του Οδ. Λαμψίδη και των συνεργατών στο Δ.Σ. Το 1989 έγιναν τα εγκαίνια του τριώροφου οικοδομήματος στη Νέα Σμύρνη (Αγνώστων Μαρτύρων 73) με την επωνυμία «Στέγη Κειμηλίων του Ελληνισμού του Πόντου». Σε αυτό το χώρο στεγάζονται ήδη εκτός των γραφείων, το Μουσείο Ποντιακού Ελληνισμού, η Βιβλιοθήκη και το Αναγνωστήριο, το Αρχείο της συλλογής κειμηλίων, αίθουσες διαλέξεων και σεμιναρίων, χώροι έκθεσης και αποθήκευσης του «Αρχείου Πόντου».
Ο Οδυσσέας Λαμψίδης είναι άξιος ευγνωμοσύνης όλων των Ποντίων διότι συντέλεσε όσο κανένας άλλος στην καταγραφή, διάσωση και ανάδειξη του Ποντιακού Ελληνισμού. Έφυγε από κοντά μας στις 12 Ιουλίου 2006.
Η Χριστίνα Ρούτνερ, απόφοιτος του 1992, Διευθύντρια του Ινστιτούτου ÖSD Ελλάδας-Σχολή Μωραΐτη και υπεύθυνη του Τμήματος Γερμανικών της Σχολής Μωραΐτη, τιμήθηκε την Τετάρτη 22 Ιουλίου από την Πρέσβη της Αυστρίας στην Ελλάδα, κα Χερμίνε Πόπελερ με το χρυσό παράσημο προσφοράς της Αυστριακής Δημοκρατίας, μετά από απόφαση του Ομοσπονδιακού Προέδρου της Αυστριακής Δημοκρατίας, κ. Dr. Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν, για την προσφορά της στον πολιτισμό και την παιδεία της Αυστρίας και την προώθησή τους στην Ελλάδα. Η τελετή πραγματοποιήθηκε σε πολύ ζεστή ατμόσφαιρα στον κήπο της πρεσβευτικής κατοικίας, παρουσία λίγων και εκλεκτών προσκεκλημένων λόγω της υγειονομικής κατάστασης στη χώρα.
Στην ομιλία της η κ. Πρέσβης αναφέρθηκε στην παιδαγωγική και πολιτιστική συμβολή της κ. Ρούτνερ στη διάδοση του αυστριακού πολιτισμού, καθιστώντας την τιμώμενη ιδανική εκπρόσωπο της αυστριακής κουλτούρας στην Ελλάδα. Τόνισε επίσης την εξαιρετική συνεργασία του Ινστιτούτου με την πρεσβεία, η οποία συμβάλλει στη διατήρηση της καλής φήμης της Αυστρίας στην Ελλάδα.
Η κ. Ρούτνερ ευχαρίστησε την Πρέσβη και τη Σχολή Μωραΐτη για την υποστήριξή τους στη δημιουργία του Ινστιτούτου ÖSD Ελλάδας, καθώς και την ομάδα της για την άριστη συνεργασία.
![]() |
![]() |
Αριστερά η καΧερμίνε Πόπελερ,Πρέσβης της Αυστρίας στην Ελλάδα και δεξιά η Χριστίνα Ρούτνερ
Η ΕΡΤ δεν μας εκπλήσσει μόνον με το πλούτο του αρχείου που διαθέτει. Μας εκπλήσσει και με τις επιλογές τις στα θέματα κάποιων εκπομπών πολυ υψηλού επιπέδου. Μετά από τα δύο αφιερώματα για τις Σπέτσες είδαμε το Σάββατο (1.8.2020) ένα εξαιρετικό αφιέρωμα στο Κουκλοθέατρο στην εκπομπή “Τα Στέκια”.
Βεβαίως όταν μιλάμε για κουκλοθέατρο δεν είναι δυνατόν να λείπει και ο δικός μας Φαίδων Σοφιανός, απόφοιτος του 1970. Αλλάδεν ήταν μόνον αυτό. Είδαμε ένα παγκόσμιο ταξίδι στην ιστορία του κουκλοθέατρου. Είδαμε καταπληκτικά στιγμιότυπα από παραστάσεις. Μπαίνουμε στον πειρασμό να αντιγράψουμε το μεγαλυτερο μέρος από τα εισαγωγικά σχόλια της εκπομπής:
Οι απαρχές του κουκλοθεάτρου, μιας σύνθετης τέχνης που αψηφά την αδράνεια και αγγίζει τη μαγεία, μπορούν να αναζητηθούν στα βάθη των αιώνων.
Με πάνω από 25.000 χρόνια διαπιστωμένης παρουσίας κοντά μας, οι κούκλες, ξεκινούν τη διαδρομή τους παίζοντας το ρόλο λατρευτικών αντικειμένων σε πανάρχαιες τελετουργίες, παιδικών παιχνιδιών και βέβαια θεατρικών αντικειμένων. Θα τις συναντήσουμε στην Κίνα, στην Ιαπωνία, στην Ινδονησία, στην Αίγυπτο, στην Ελλάδα και όπου αλλού αναπτύσσεται ο ανθρώπινος πολιτισμός. Στην αρχαία Αθήνα, παραστάσεις με νευρόσπαστα, αρθρωτές κούκλες δηλαδή, γίνονται στο ίδιο θέατρο όπου παρουσιάζονται έργα του Ευριπίδη.
Ο Φασουλής, το αλλόκοσμο πλάσμα με την ανθρώπινη μορφή, ένας λαϊκός ήρωας – τρισδιάστατος ομόλογος του Καραγκιόζη, ακολουθώντας τα βήματα των Ιταλών ηρώων του κουκλοθεάτρου Fagiolino και Pulcinella, σαν γελωτοποιός και απόγονος της Commedia dell’Arte, πρωτοεμφανίζεται στη Ελλάδα τον 19ο αιώνα. Ο χαρακτήρας αυτός θα βρεθεί ακόμα στην Αγγλία με το όνομα Punch, στην Ρωσία ως Petrushka, στην Πορτογαλία ως Dom Roberto, στην Κεντρική Ευρώπη ως Kasper και σε πολλούς άλλους τόπους με διαφορετικά ονόματα, αλλά πάντα με την ίδια παιγνιώδη διάθεση.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, ο χαρισματικός Χρήστος Κονιτσιώτης, αντικαθιστά τον Φασουλή με τον ευπρεπέστερο, δικής του επινόησης «Πασχάλη» και μαζί μ’ έναν μεγάλο θίασο από ξύλινα ανδρείκελα, ανεβάζει ακόμη και έργα κλασικού ρεπερτορίου.
Τη δεκαετία του 1930 η Ελένη Θεοχάρη – Περάκη επιστρέφει στην Ελλάδα από τις σπουδές της στο Παρίσι και διδάσκει εικαστικά στην Σχολή Αηδονοπούλου, όπου ασχολείται και με το κουκλοθέατρο. Στα χρόνια της Κατοχής, μια οικεία μορφή για τα παιδιά της τραυματισμένης Ελλάδας έχει εμφανιστεί: Η κούκλα που δημιούργησε η Ελένη Θεοχάρη – Περάκη, ο καλός θείος Μπαρμπα – Μυτούσης, που μαζί με τα δύο ανιψάκια του, Κλούβιο και Σουβλίτσα, θα αγαπηθούν από πολλές γενιές παιδιών.
Στη νέα εποχή που θα ξεκινήσει με τη Μεταπολίτευση, ο αμιγώς διδακτικός χαρακτήρας, με τον οποίο ήταν συνυφασμένο το κουκλοθέατρο, θα χαθεί και στους κόλπους του πλέον, εκτός από παιδαγωγούς, θα βρούμε ανήσυχους καλλιτέχνες, που θα ασχοληθούν με σύγχρονες έννοιες, χρησιμοποιώντας νέες τεχνικές και μέσα.
Το 1975, η Ευγενία Φακίνου δημιουργεί την «Ντενεκεδούπολη», ένα πρωτοποριακό έργο, που θα συνεχίσει την επιτυχημένη πορεία του για 45 χρόνια.
Ο Δήμος και η Μπριγκίτε Σοφιανού, ξεκινάνε την ενασχόλησή τους με το κουκλοθέατρο ήδη από το 1954 στην Κωνσταντινούπολη και συνεχίζουν στην Αθήνα, μαζί με τα παιδιά τους Φαίδωνα και Ήβη. Δημιουργούν έτσι, επιτυχημένες παραγωγές με κούκλες για την ελληνική, αλλά και τη γερμανική τηλεόραση, που θα αφήσουν εποχή, όπως η «Φρουτοπία» και «Του κουτιού τα παραμύθια».
Το 1990 ιδρύεται και η Unima Hellas, το Ελληνικό Κέντρο Κουκλοθεάτρου, τμήμα της Διεθνούς Ένωσης Κούκλας, η οποία θα αποτελέσει κοινό τόπο για τους κουκλοπαίκτες και θα αποκτήσει πολύπλευρη δραστηριότητα τα τελευταία 30 χρόνια.
Κυκλοφόρησε το τεύχος του Αυγούστου της Οικονομικής Επιθεώρησης με κύριο θέμα μία συνέντευξη της Ντόρας Μπακογιάννη με τίτλο«Το ότι συνομιλώ δεν σημαίνει ότι παραδίνομαι»!
Συναντήσαμε την Ντόρα Μπακογιάννη στο γραφείο της, με την ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις να έχει «χτυπήσει κόκκινο». Η πρώην υπουργός Εξωτερικών μας μίλησε αναλυτικά για τον Ερντογάν, την τρέχουσα κρίση στις διμερείς σχέσεις, το παρελθόν αλλά και την μέλλον των ισορροπιών στην ευρύτερη περιοχή. Θεωρεί αυτονόητο ότι «στην εξωτερική πολιτική ούτε υπήρξε ούτε υπάρχει η λογική ‘δεν συνομιλώ με κάποιον’» και προτείνει μια… μετάλλαξη της στρατηγικής του Ελσίνκι, με την ΕΕ και την Τουρκία να αναζητούν ‘λύση-πακέτο’. Ξεκαθαρίζει, όμως, ότι «δεν υπάρχει κανένας ο οποίος να μπορεί εκ προοιμίου να πει ότι δεν θα υπάρξει ποτέ ανάγκη στρατιωτικής λύσης».
“Η Αθήνα εκείνα τα χρόνια, τι νομίζεις, μία κουμπότρυπα ήτανε” συνηθίζει να λέει η Ροδούλα Κούμαρη – Σταθάκη. Όλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους, και για του λόγου το αληθές μας έστειλε μία φωτογραφία της με τον Πολύβιο Μαρσάν. Θα θυμίσουμε ότι ο Πολύβιος Μαρσάν δεν ήταν απόφοιτος. Ήταν αδελφός της αποφοίτου Έμης(Αιμιλίας) Μαρσάν, αποφοίτου του ’44, η οποία ήταν δύο χρόνια μικρότερη από την Ροδούλα.
Ο Πολύβιος Μαρσάν ήταν βιογράφος της Ελένης Παπαδάκη, της ηθοποιού που δολοφονήθηκε στα Δεκεμβριανά, αλλά έγραψε και άλλη μία βιογραφία, αυτήν της Μαρίας Κάλλας.
Στο σχολείο η Ροδούλα και η Έμη δεν κάνανε παρέα, λόγω της διαφοράς ηλικίας. Μετά όμως συνεταιριστήκανε και φτιάξανε μελίσσια. Η Έμη Μαρσάν ήταν παθιασμένη κηπουρός και ελαιοπαραγωγός και αποφάσισε με την Ροδούλα να παρακολουθήσουν μαθήματα στην Γεωργική Σχολή στο Ζηρίνειο καινα ξεκινήσουν μία επιχείρηση με δικά τους μελίσσιαστο Μάτι μαζί και με την Ελένη Καμπά της οικογενείας των οινοπαραγωγών. Τα μελίσσια ήταναρχικά δύο, που στην συνέχεια έγιναν δώδεκα, αλλά όταν η Έμη παντρέυτηκε τον Κωνσταντίνο Γούστη, ο οποίοςήταν οικονομικός σύμβουλος του Κωνσταντίνου Καραμανλή και μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας που τον συνόδευσε στις ΗΠΑ το 1961, έχασε το ενδιαφέρον της για την μελισσουργία και το εγχείρημα έμεινε στη μέση.
Να αναφέρουμε εδώ ότι ο πατέρας του Πολύβιου και της Έμης Μαρσάν ήταν βιομήχανος και συνέταιρος του Βορρέ έχοντας από κοινού την εταιρεία ΜΑΡΒΟ, ενώ ο Ίων Βορρές, ιδρυτής του Μουσείου, που απεβίωσε τον Φεβρουάριο του 2015 ήταν συνομήλικος με τα δύο κορίτσια και συγγενής του συνέταιρου της οικογένειας Μαρσάν.
Η εκπομπή “Προσωπικά” της Έλενας Κατρίτση έκανε ένα αφιέρωμα στις Σπέτσες.
Την προηγούμενη Κυριακή 19.7.2020 είχαμε την χαρά να δούμε την Νάτα Μελα και την Κυριακή 26 Ιουλίου είδαμε το Πέτρο Πετρακόπουλο, πρώην πρόεδρο του Συλλόγου, αλλά και τον Δημήτρη Ανάργυρο, καθηγητή της γυμναστικής μας, μεταξύ 1970 και 1972.
Στο επεισόδιο “Οι γυναίκες των Σπετσών” δείτε την Νάτα στο timecode 4.47 / 50.16 …
Στο επεισόδιο “Στο νησί των καπεταναίων, των ευεργετών και των ηρώων” δείτε τον Πέτρο Πετρακόπουλο και τον Δημήτρη ΑνάργυροΣτο νησί των καπεταναίων, των ευεργετών και των ηρώων” δείτε τον Πέτρο Πετρακόπουλο και τον Δημήτρη Ανάργυρο…
Ο Ιδομενέας Παπαδάκης γεννήθηκε το 1918 στη Θεσσαλονίκη. Σχολείο πήγε σε διάφορες πόλεις της Βόρειας Ελλάδας. Σπούδασε στη Φιλοσοφική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, από τη οποία αποφοίτησε το 1941.
Αρχικά εργάστηκε στη Σχολή Γουναράκη, ένα από τα πρώτα πρότυπα σχολεία της Αθήνας στα Πατήσια. Από τα πρώτα χρόνια της καριέρας του συνδέθηκε με φιλία με τον Γεώργιο Δημητράκο και άλλους από τους μετέπειτα πρωτεργάτες φιλόλογους της Γερμανικής Σχολής, στην οποία προσελήφθη το 1956. Έγινε λυκειάρχης το 1982, μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1988.
Επιμελούνταν και χρησιμοποιούσε στο μάθημά του τα τετράδια με τις σημειώσεις του, ενώ επίσης συνέγραψε και διένειμε στις τάξεις του, προσπαθώντας να προσφέρει περισσότερη και βαθύτερη γνώση, τα φυλλάδιά του για την ψυχολογία (Συνείδησις), το συντακτικό, την αρχαία ελληνική μετρική. Επίσης έγραψε αρχαιολογικές μελέτες. Υπήρξε ο οργανωτής των σχολικών εκδρομών των τελειοφοίτων τις δεκαετίες του ’50, ’60 και ’70, τις οποίες και συνόδευε, ξεναγώντας στα παιδιά τις σημαντικότερες περιοχές της πατρίδας μας. Παράλληλα οργάνωσε και συνόδευσε τις πρώτες εκδρομές μαθητών στη Γερμανία, τη δεκαετία του ’60. Λόγω πολιτικών φρονημάτων, το 1968 κινδύνευσε να απολυθεί από τη Σχολή, αλλά επανήλθε μετά από επέμβαση της γερμανικής κυβέρνησης.
Το 2000 παρασημοφορήθηκε με τον «Σταυρό της Τιμής» από τη Ο. Δ. Γερμανίας. Υπήρξε επίτιμο μέλος του ΣΑΓΣΑ. Πάντα κοντά στους αποφοίτους, έδωσε την ευκαιρία, με την αλλαγή του τότε προγράμματος, να κάνει ο ΣΑΓΣΑ την πρώτη του δυναμική δημόσια εμφάνιση στην τελετή τιμητικής αποχώρησης του Γεωργίου Δημητράκου, από την οποία είχε αρχικά αποκλεισθεί. Πάντα κοντά στα παιδιά, δεν έλειψε από καμιά απ’ τις εκδηλώσεις της Σχολής, μέχρι το βαθύ γήρας.
Πέθανε στις 23 Νοεμβρίου του 2008.
Μια από τις τελευταίες δουλειές της δημοσιογράφου – επικοινωνιολόγου Δήμητρας Κουζή (’89), το πολύ καλό ντοκιμαντέρ “Liebe mit Hindernissen – Die Geschichte der Deutschen und Griechen”, μεταδόθηκε από το κανάλι ARTE στις 30 Ιουνίου και έχει ανέβει στο σχετικό site. Η ταινία έχει ως θέμα την ιστορία της αγάπης μετ’ εμποδίων Γερμανών και Ελλήνων (γιατί Γερμανοί και Έλληνες αγαπούν και μισούν ο ένας τον άλλον;) και προέκυψε από τη συνεργασία της Δήμητρας Κουζή ως co-author με τον επίσης συγγραφέα, και σκηνοθέτη της ταινίας, Ingo Helm. Θα είναι διαθέσιμη μέχρι τις 27/09/2020…