Δύο απόφοιτοι της ΓΣΑ, ο Χρήστος Αντωνίου ΓΣΑ’86 και ο γράφων, μετά από προπονήσεις και προετοιμασία μηνών, φτάσαν στην ψηλότερη κορυφή της Ελλάδας αυτές τις μέρες. Πήγαμε με στενούς συγγενείς και συναδέλφους από την δουλειά, επτά ορειβάτες συνολικά. Μας οδήγησαν δύο θαυμάσιοι οδηγοί βουνού, οι Λιτοχωρίτες Τάσος Νίκας (nikasolympus@gmail.com) και Βασίλης Ρέππας κάνοντας μια ομάδα εννέα ατόμων.
Βρεθήκαμε στα Πριόνια (1000μ.) μεσημέρι και από ‘κει, με πλήρη σακκίδια, πήραμε το φαρδύ μονοπάτι που ανεβαίνει στο καταφύγιο Αγαπητός-Ζολώτας (2100μ.). Ωραία, κουραστική πορεία μέσα στην χαράδρα του ποταμού Ενιπέα που υδρεύει το Λιτόχωρο.
Μεγάλα δάση, γυμνές κορυφές. Οξυές, έλατα, μαυρόπευκα, ρόμπολα πιό πάνω. Σε τρεισήμισι ώρες φτάσαμε, ακουμπήσαμε σακκίδια στα κρεββάτια μας και βρεθήκαμε όλοι μαζί για δείπνο. Η κουζίνα του Ζολώτα πάντα έκτακτη! Συζήτηση, αστεία, οδηγίες για την αυριανή ημέρα κορυφής και ύπνος σε υπνόσακκους, κάτω από πρόσθετες κουβέρτες από τις δέκα το βράδυ! Τότε σταματά η γεννήτρια ηλεκτρικού και κοιμάται το καταφύγιο. Την επομένη, ετοιμασίες, γρήγορο πρωινό και με μισή ώρα καθυστέρηση, στις 7:30 όλοι έτοιμοι!
Ομαδική φωτογραφία με Τάσο, Βασίλη και Μαρία Ζολώτα.
Ανάβαση και σήμερα πάλι, σύντομα τα τελευταία ρόμπολα μας εγκαταλείπουν (αλπικά πεύκα που μεγαλώνουν μέχρι 2300μ. υψόμετρο). Βραχώδες, ομαλό τοπίο, με ομαλές κορυφές και χιονούρες σε ρεματιές και λάκες. Ανηφόρα επίμονη. Φτάνουμε σε τοπική κορυφή -Σκάλα λέγεται- όπου έχουν σταθεί και άλλες ομάδες. Κράνη, πολύχρωμα τζάκετ, πεζοπορικά μπαστούνια, σακκίδια, ζωηρές φωνές. Λίγο χιόνι σε εκτεθημένες κόψεις. Μπροστά μας είναι του ύψους και …του βάθους!
Κάτω χάσκουν τα καζάνια. Μία ορθοπλαγιά βάθους τερακοσίων μέτρων που στηρίζει την κορυφή Σκολιό, την Σκάλα που βρισκόμαστε και τις ψηλές απότομες κορφές. Μπροστά μας η …Κακόσκαλα (όνομα και πράμα) που αναρρηχιτικά οδηγεί στον Μύτικα 2918μ.. Πιό πίσω το Στεφάνι 2909μ. Αφήνουμε κάτω τα μπατόν και τα περισσότερα σακκίδια. Βάζουμε κράνη και δενόμαστε σε δύο σχοινοσυντροφιές, ο Τάσος οδηγεί την πρώτη και ο Βασίλης την δεύτερη. Κοιτάζω που πατάω, κοιτάζω και δοκιμάζω που πιάνομαι, μερικές φορές και με τα …πέντε, χέρια πόδια και κάθισμα κολημένα στον βράχο για κάποια σιγουριά. Περνάμε την αρχική κόψη: Ο γκρεμός του Ενιπέα ανατολικά προς Λιτόχωρο, το χάος των Καζανιών απ’την άλλη δυτικά και εμείς πάνω στην κόψη πλάτους μισού μέτρου ας πούμε. Δεν πολυκοιτάζω κάτω. Κρατώ το σχοινί που με ενώνει με τους άλλους όπως μας είπαν. Αν πέσει κάποιος, ξέρει τι να κάνει, οι άλλοι πάλι ξέρουμε επίσης τι να κάνουμε. Όλα καλά, ο καιρός πολύ καλός, κοιτάζω τον βράχο μπροστά μου και κρατιέμαι καλά. Σύντομα τραβερσάρουμε την πλαγιά της Ταρπηίας πέτρας (Προμύτικας).
Οι πρώτοι αναρρηχιτές της κορυφής, ο Έλληνας Χρήστος Κάκαλος και οι Ελβετοί Boissonnas και Baud Bovy κατάκτησαν την Ταρπηία πέτρα τον Ιούλιο του 1913 νομίζοντάς την σαν κορυφή. Τρείς μέρες αργότερα, με καθαρό καιρό, είδαν ότι ο Μύτικας είναι ψηλότερος και αμέσως έφτασαν και εκεί ολοκληρώνοντας την ορειβασία τους.
Στις κορυφές του Προμύτικα, πρώτο χάσμα, το συρματόσχοινο ασφαλείας και το δεύτερο χάσμα. Μετά μια εύκολη ανάβαση και ΦΤΑΣΑΜΕ!
Σωρός από βράχους, Ελληνική μεταλλική σημαία και το βιβλίο επισκεπτών της κορυφής. Γράφουμε το όνομά μας, φωτογραφίες, συγχαρητήρια, πάλι φωτογραφίες. Σύντομα οι οδηγοί πιστεύουν ότι θα χαλάσει ο καιρός. Έχει συννεφιάσει. Η κατάβαση από τα ίδια. Άνετοι. Τώρα ξέρουμε.
Ευχαριστούμε τον Τάσο Νίκα και τον Βασίλη Ρέππα που με γέλιο και επαγγελματισμό μας οδήγησαν. Είναι η τέταρτη φορά που έρχομαι στο βουνό των θεών. Μακάρι να αξιωθούμε να ερευνήσουμε και άλλες διαδρομές εκεί ψηλά!
Τάσος Καβαδέλλας ’71 πεζοπόροι της DSA (Γερμανική Σχολή Αθηνών)